«Dominic Theotokopoulos»
El Greco
Domenikos Theotokopoulos, surnommé El Greco, est né en 1541 selon la tradition à Fodele, village d’Héraklion en Crete.
Greco vient à Candie (l’actuelle ville d’Héraklion) pour faire son apprentissage auprès des moines du monastère de Sainte Catherine métairie du monastère homonyme du mont Sinaï, centre spirituel et artistique de l’epoque. D’après la tradition c’est la où il affine son talent technique, il apprend à peindre des icônes selon le style byzantin « à la greca », il découvre ses premières formes artistiques qui vont lui permettre de s’exprimer et il est influencé de la fameuse Ecole Gretoise d’hagiographie. Plus tard, à l’age de 25 ans, vers 1566, déjà un peindre reconnu cherche son essor et la mise en évidence de son talent à d’autres horizons.
Première station c’est Venise où il reste pendant quatre 4 ans et il a l’occasion d’étudier près de Titien et de travailler auprès des grands peintres de la Renaissance tardive comme Tintoret, Véronèse, Bassano. Prochaine station sera Rome, il arrive en 1570 il va s’occuper de l’architecture et la sculpture mais il ne restera pas pour longtemps malgré sa connaissance avec les peintres Barotzo, Pomarentzi, Vasari. L’ «exilé éternel» considère qu’il n’a pas toutes les chances pour la relevation de son talent. En 1572 gagnera l’Espagne, d’abord Madrid et ensuite Tolède, à Madrid car il lui a été donné l’occasion de travailler pour le compte du roi Philippe II à l’illustration du palais de l’Escorial. Mais sa perception d’art et la représentation des ses thèmes ne seront pas apprécier du roi et en 1577 vient à Tolède pour peindre l’iconostase de Santo Domingo El Antiguo.
Greco décide de s’installer définitivement à Tolède, le plus important centre religieux et spirituel espagnol de l’époque, en 1584 et il va l’aimer comme sa deuxième patrie. C’est la où rencontre Geronima de la Cuebas, la femme de sa vie et la mère de son fils Jorge Emmanuel avec laquelle ne sera jamais marié bien que l’aimera et respectera pour toujours. C’est à Tolède que son talent arrive à son apogée, excelle, et il va continuer à le faire jusqu’à sa mort en 1614.
Année du Greco
Es important s’il est mort il y a trois cent cinquante ans, quand l’essence de son angoisse est la même que la notre, quand sa colère celle qui démoli et crée est la même qu’aujourd’hui, lorsque sa présence notre siècle commence a peine à la toucher.
C’est ça qui est signalée en 1964, l’année caractérisée comme « année Greco », par la Commission de Célébration «d’une fête en hommage aux trois cent cinquante ans après la mort de Domenikos Theotokopoulos.La même année dans le cadre de cette célébration les représentants officiels de la Grèce avec les ministres, A. Papandreou, K. Mari et G. Mylona, son leadership spirituel et de l’art, de même que la représentation diplomatique de l’étranger, ont honorés de leur présence la cérémonie pour l’inauguration du buste de Domenikos Theotokopoulos à la place centrale de Fodele, fait et offert par le sculpteur Th. Apartis au pays natale du grand peintre.
La plaque de Tolède
À la même place, à côté du vieux platane, existe toujours une plaque apportée en 1934 par les représentants espagnols de l’Université de Valliadolid, plaque sur la quelle figure le grand peindre et l’inscription commémorative de leur pèlerinage.
La facultad de historia de la universitad de valladolid alma en el corazon de kastillia ofrenda a fodele esta piedra arrancada de toledo en memoria dela gloria inmortal de domenikos theotokopoulos julio 1934
Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, ο Κρητικός, ο Έλληνας
Οι τιτάνες του πνεύματος, της τέχνης και του πολιτισμού είναι αιώνιοι και αθάνατοι.
Στέκουν στο στερέωμα σα φωτεινά αστέρια για να μας οδηγούν μέσα από τα σκοτάδια της εφήμερης ζωής, δείχνοντας μας την αληθινή, την Πάνω Ζωή. Ελάχιστο χρέος στους τιτάνες αυτούς είναι να προσεγγίσομε τις αλήθειες που καταθέσανε μέσα από τη ζωή και το έργο τους. Στους Κρητικούς πέφτει μεγάλο μερίδιο, αφού ευτυχήσαμε να έχομε συμπολίτες δυο παγκόσμιας εμβέλειας πνευματικούς τιτάνες, το Θεοτοκόπουλο και τον Καζαντζάκη. Τον τιτάνα Θεοτοκόπουλο, τον Έλληνα και τον Κρητικό, κάποιοι τον τοποθετούν πρώτο, πάνω από όλους τους ζωγράφους του κόσμου. Είναι ο Στρατηγός και ο Παππούς του Καζαντζάκη. Και μόνο το όνομα « Έλληνας» που το δόθηκε αρκεί να δώσει το μέγεθος του και πόσο μας τιμά. «Μαϊστορας» αγιογράφος καταξιωμένος ήδη σε νεαρή ηλικία στο Χάνδακα, στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, εγκατέλειψε τη γενέτειρα, όπως τόσοι άλλοι, για την οικουμενική του πορεία. Όμως το πρώτο συστατικό στοιχείο στην τέχνη του το πήρε από τη βυζαντινή ζωγραφική, που ο Χάνδακας ήταν τότε το παγκόσμιο κέντρο της. Ανήσυχο πνεύμα, σα γνήσιος Κρητικός, άνοιξε τα φτερά του για τη Βενετία της Ιταλίας, τη μητρόπολη του πολιτισμού, των γραμμάτων και της τέχνης στην Ευρώπη.
Εκεί γνώρισε ένα από τους μεγαλύτερους ζωγράφους της εποχής, τον Τιτσιάνο, και ενσωμάτωσε στη ζωγραφική του κοσμοθεωρία σαν δεύτερο βασικό στοιχείο, το φως ( την «Αστραπή») και το χρώμα. Κατάληξε στην Ισπανία, όπου η ζωή του γνώρισε δραματική κορύφωση. Εδώ αναμετρήθηκε με την Ιερή Εξέταση. Η αναμέτρηση ήταν ανάμεσα στο καλό και στο κακό, στο ηθικό και στο ανήθικο, στην ελευθερία και στη μισαλλοδοξία, την πίστη και στο φανατισμό. Ήταν η αιώνια αναμέτρηση του Φωτός με το Σκότος. Ο Θεοτοκόπουλος είχε όπλα τους πίνακες του, το Φως και τις αξίες του ανυπότακτου πολιτισμού που τον γέννησε. Σύμφωνα με την παράδοση, ο ζωγράφος, που υπόγραφε τα έργα του με το επώνυμο Κρής, όταν ήτανε στη Κρήτη και ζωγράφισε αγίους, αγαπούσε τρεις μαντινάδες. Θα πω τη τρίτη μαντινάδα:
Εγώ ‘μαι τσ’ αστραπής παιδί και της βροχής αγγόνι.
Σα θέλω αστράφτω και βροντώ, σα θέλω ρίχνω χιόνι.